απαξιώνω

απαξιώνω
-ίωσα, δεν κρίνω άξιο, δεν καταδέχομαι: Απαξίωσε ακόμη και να με χαιρετήσει. Ουσ. απαξίωση, η.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • απαξιώνω — απαξιώνω, απαξίωσα βλ. πίν. 3 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • απαξιώ — απαξιώ, απαξίωσα βλ. πίν. 197 και πρβλ. απαξιώνω …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”